ΤΑ ΚΑΛΑ ΚΑΙ ΤΑ ΑΝΑΠΟΔΑ … ΤΟΥ ΚΟΡΩΝΟΪΟΥ

Ἀρχιμανδρίτου Ἰωαννικίου Καθηγουμένου
Ἱ.Μονῆς Μεταμορφώσεως Σοχοῦ Λαγκαδᾶ

Εἶναι γεγονός ὅτι πολλές φορές ἀπό τό πικρό βγαίνει γλυκό. Πολλές φορές “οὐδέν κακόν ἀμιγές καλοῦ„. Μιά δοκιμασία, μιά συμφορά, μιά ἀσθένεια μπορεῖ νά φέρει κάποια ἀνυποψίαστα καλά.

Τό πρῶτο καί τό σπουδαιότερο καλό, ἡ πρώτη καί ἡ σπουδαιότερη ὠφέλεια εἶναι ἡ αἴσθηση καί συναίσθηση τῆς μετανοίας. Ἡ συναίσθηση καί ἡ ψυχοσωματική αἴσθηση τῆς μετανοίας ἔρχεται ἀπόλυτα φυσική ὅταν ὅλοι μας περνᾶμε ἕνα πειρασμό, μιά δοκιμασία, μιά ἀρρώστεια. Πόσοι ἀδελφοί μας ἐγνώρισαν τόν Θεό, μετενόησαν, ἄλλαξαν ζωή, βρῆκαν τό “φῶς τό Ἀληθινόν ὅ φωτίζει πάντα ἄνθρωπον ἐρχόμενον εἰς τόν κόσμον„ ὅταν ἔπεσαν ἀπό μιά βαριά ἀσθένεια στό κρεβάτι. Πόσοι ἄθεοι ὅταν ἀρρώστησαν, ὅταν δοκιμάσθηκαν, μετενόησαν γιά τήν μεγάλη τους ἀποστασία καί ἀθεΐα καί ἔγιναν πιστοί, ἀληθινοί, συνειδητοί, αὐθεντικοί Χριστιανοί.

Ὅταν εἴμαστε ὑγιεῖς ὅταν ὅλα πάνε ὄμορφα ὅπως τά θέλουμε. Φουντώνει μέσα μας ὁ ἐγωϊσμός. Μάλιστα τότε κάνουμε καί τόν σπουδαῖο, τόν ρήτορα, τόν πολύξερο ἤ καί τόν ἄθεο. Ὅταν ὅμως μᾶς προσβάλλει μιά ἀσθένεια ἕνας καρκίνος, ἤ ἕνας κορονοϊός, τότε κατεβάζουμε τό κεφάλι. Βλέπουμε τήν ἀδυναμία μας. Τρέχουμε πρός τόν Θεό καί πρός τήν Ἐκκλησία. Τότε πέφτει, συντρίβεται ὁ ἐγωϊσμός. Καί αὐτό εἶναι τό μεγαλύτερο δῶρο τοῦ Θεοῦ σ̓ ἐμᾶς. Ἡ συντριβή τῆς ὑπερήφανης καρδιᾶς μας, ἡ εὐλογημένη, ἡ ἁγία ταπείνωση.

Ἡ σύμπτυξη αὐτή πού ἐπέβαλε ἡ παγκόσμια πανδημία τοῦ κορονοϊοῦ φέρνει μιά σύμπτυξη ἐσωτερική. Μιά φροντίδα ἀξιόλογη φέρνει τήν ψυχή μας, πρός τόν ἔσω ἄνθρωπο, τόν ἀληθινό ἄνθρωπο.

Μπορεί νά γίνει μιά θαυμάσια ἀφορμή γιά μιά ἐπιστροφή στόν ἑαυτό μας καί στήν οἰκογένεια μας, μέσα στό κλῖμα τῆς ἡσυχίας. Δίνει ἕνα χαρακτηριστικό γνώρισμα τοῦ συγχρόνου ἀνθρώπου καί τῆς σύγχρονης κοινωνίας σέ παγκόσμιο ἐπίπεδο, πού εἶναι ἡ βιασύνη, ἡ ἀγχώδης ἐργασία, ἡ νευρικότης, τό ἄγχος γιά δουλειά, γιά ἐπιχειρήσεις, δίψα γιά χρῆμα καί ὑλικά ἀγαθά. Διαπιστώνουμε δηλαδή γιά ἄλλη μιά φορά ὅτι προκρίνεται ἡ ὑγεία ἀπό τήν ὕλη, τό χρῆμα, τήν διασκέδαση, τό ξέφρενο κυνήγημα τῆς γλυκειᾶς ζωής (κατ̓ εὐφημισμόν).

Ἐλάχιστη ἐπικοινωνία μεταξύ συζύγων. Πόσοι λίγοι γονεῖς παίζουν μέ τά παιδιά τους, ἀφιερώνουν χρόνο στήν οἰκογένεια. Γιά πολλούς τό σπίτι εἶχε καταντήσει ξενοδοχεῖο. Ἡ ἐνασχόληση τῶν γονέων μέ τά παιδιά τους ἐλλιπής, μηδαμινή. Ἔτσι τό σύνθημα “μείνετε στό σπίτι„ εἶναι ἕνα εὐεργετικό σύνθημα. Ὄχι στό ξενύχτι. Ὄχι στό σκότωμα τῆς ὥρας στόν τζόγο, στό καζίνο, στό ποτό κ.λ.π.

Μέσα στήν οἰκογενειακή φωλειά τοῦ σπιτιοῦ μπορεῖ ἡ ψυχή νά ἀπολαύσει τά πνευματικά ἀγαθά τῆς ἡσυχίας ἤ ἡσυχαστικῆς ζωῆς. Τήν γαλήνη, τήν εἰρήνη, τή χαρά, τήν μελέτη τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ, τήν προσευχή.

Μοῦ εἶπαν γιά μιά πολύτεκνη οἰκογένεια ὅτι τό βράδυ πρίν ἀναπαυθοῦν ὅλοι κλίνουν τά φῶτα, ἀνάβουν τό καντηλάκι, γονατίζουν, ὅλοι, πατέρας, μάνα, παιδιά καί προσεύχονται καί ψάλλουν γιά 5-10 λεπτά. Τί μεγαλεῖο! Τί εὐτυχία, Θεέ μου.

Ἄλλοι θά μποροῦσαν νά πᾶνε στά εὐλογημένα καί προδομένα χωριά μας. Νά ἡσυχάζουν ἀπό τή βοή, ἀπό τό ἄγχος τῆς πόλης. Νά ἐργασθοῦν στό χωραφάκι τους, νά σκάψουν τόν κῆπο τους. Νά ζήσουν μέσα στή φύση.

Ὅλοι ἔχουμε ἀνάγκη ἀπό τήν εὐλογημένη ἡσυχία. “Ἡσυχία ἀρχή καθάρσεως τῆς ψυχῆς„ λέει ὁ Μ. Βασίλειος. Καί αὐτή τήν περίοδο μή χάσουμε τό τέστ πού μᾶς ὁδηγεῖ στήν αὐτογνωσία τοῦ ἀγνώστου ἐσωτερικοῦ μας κόσμου, στή κάθαρση ἀπό τά πάθη μας.

Ὅσον ἀφορᾶ τήν ἐπέμβαση τῆς Πολιτείας στόν ἐκκλησιασμό καί στή Θεία Λειτουργία σεβόμεθα μέν τίς προφυλάξεις γιά τήν πανδημία, ἀλλά νά μάθει νά σέβεται καί ἡ Πολιτεία τά ἅγια Μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας μας. “Πειθαρχεῖν δή Θεῷ μᾶλλον ἤ ἀνθρώποις„. Μήπως δέν πέρασαν στήν Ἱστορία ἐπιδημίες, λοιμοί, ἀσθένειες καί τό Μυστήριο τῆς Θείας Εὐχαριστίας ὑπῆρξε φάρμακο, τό μοναδικό φάρμακο, πού εἶναι Σῶμα καί Αἷμα Χριστοῦ; Καιρός νά κάνωμε κι αὐτή τήν ὁμολογία πίστεως, σ̓ ἕνα πνεῦμα Ὀρθολογισμοῦ, ἀπιστίας, ὀλιγοπιστίας καί ἐκκοσμίκευσης πού ἦρθε ἀπό τήν ἄθεη Εὐρώπη καί ἐπηρεάζει τήν ἁγία μας Ἑλληνορθόδοξη Παράδοση. Ἡ Ἱστορία τῆς Πατρίδας μας γράφει πώς ὅταν εἴχαμε ἐπιδημίες, λοιμούς, θεομηνίες, ἀνομβρίες, κανένας δέν ἔμενε στό σπίτι του. Ὅλοι στήν Ἐκκλησία, στή λιτανεία, στίς εὐχές καί προσευχές σ̓ Ἐκεῖνον πού «ἐπιβλέπει τήν γῆν καί τήν κάνει νά τρέμει». Σ̓ Ἐκεῖνον πού εἶναι ὁ Ἰατρός ψυχῶν καί σωμάτων. Σ̓ Ἐκεῖνον πού χωρίς τήν προσταγή του τίποτε δέν γίνεται.

Ἀς γονατίσουμε, ἀδελφοί, καί ἄς ποῦμε:

Παναγία Θεοτόκε
τόν χρόνον τῆς ζωῆς μου
μή ἐγκαταλίπῃς με,
ἀνθρωπίνῃ προστασίᾳ
μή καταπιστεύσης με, ἀλλ̓ αὐτή ἀντιλαβοῦ (βοήθησέ με)
καί ἐλέησόν με.