Παναγιώτατε, σεβασμιώτατε, σεβαστοί πατέρες καί ἀγαπητοί μου ἀδελφοί,
Ὅλοι μας ἀγαποῦμε τήν Θεσσαλονίκη μας. Γιατί εἶναι ἡ φτωχομάνα, καθώς λέει καί τό τραγούδι: «Θεσσαλονίκη μου ποτέ δέν σ̓ ἀπαρνιέμαι, Θεσσαλονίκη μου τό λέω καί καυχιέμαι…».
Θεσσαλονίκη μας: «Τό χελιδόνι, τό γλυκόλαλο ἀϊδόνι – κατά τόν ποιητή – στῆς Ἱστορίας τό σεργιάνι».
Προσωπικά ἕνας ἐπί πλέον λόγος πού ἀγάπησα τήν Θεσσαλονίκη μας εἶναι τό γέγονος ὅτι μέσα στό ἀπελευθερωτικό εὐζωνικό σύνταγμα τοῦ 1912, ἥταν καί ὁ παππούς μου, ὀνόματι Ἠλίας Πατρινός, πού ἔπεσε γιά τήν Μακεδονία μας τόν ἐπόμενο χρόνο στόν Λαχανᾶ.
Ἀλλά πάνω ἀπ̓ ὅλες τίς ὀμορφιές της ἡ Θεσσαλονίκη μας ἔχει τήν ὀμορφιά της, τόν Δημήτριον πολιούχο της, τόν Δημήτριον προστάτη της, τόν Δημήτριον ἔφορο, τόν Δημήτριον ὁροφύλακα καί συνοροφύλακά της, τόν ὑπέρμαχο, τόν φρουρό Δημήτριον τόν ἀθλητήν καί πρωταθλητήν, τόν ὁλυμπιονίκη τῆς Πίστεως, τό καύχημα καί τήν ψυχή της: Δημήτριον τόν μυροβλήτη, τόν μεγαλομάρτυρα.
Ὤ τοῦ παραδόξου θαύματος
ταῖς τῶν θαυμάτων βολαῖς, τοῦ
ἡλίου φανότερον, εἰς ἀεί Δημήτριος
διαλάμπει τοῖς πέρασιν,
ἐξ ἀνεσπέρου φωτός λαμπόμενος,
καί τῷ ἀδύτῳ φωτί τερπόμενος
οὗ ταῖς ἐλλάμψεσι νέφη ἀπηλάθησαν βαρβαρικά,
νόσοι ἐδιώχθησαν,
δαίμονες ἥττηνται.
Ὁ ἅγιος μας ὑπήρξε νέος. Πάνω στήν ἄνθηση τῆς νειότης. Πάνω στήν ἄνοιξη τῆς ζωῆς. Ὅμως τά νειᾶτα του δέν τά ἔδωσε σέ τρελλές ματαιότητες, σέ κούφιες χαρές σέ σπατάλη τῶν νεανικῶν δυνάμεων καί χαρισμάτων σέ ἀσωτεῖες καί κραιπάλες. Τά νειᾶτα του ὁ ἅγιος, τήν ὀμορφιά του, τήν παλικαριά του τά ἔδωσε στόν Χριστό. Ἡ νεότητά του δοσμένη στήν Αἰώνια Ἄνοιξη, στό γλυκύ Ἔαρ τῆς Ζωῆς.
Ὁ ἅγιος μας ἀνέβηκε στους ὑψηλότέρους βαθμούς τῆς στρατιωτικῆς – Ρωμαϊκῆς – ἱεραρχίας. Ἔγινε διοικητής καί στρατηγός ὅλης τῆς Μακεδονίας. Ἀλλά καί τά ἔνσημα καί τά παράσημα καί τά γαλόνια καί τήν ἐπίγεια δόξα του τά ἔδωσε στήν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ.
Ὁ ἅγιος μας ἐδίδασκε ἀλλά καί ἐβίωνε τό Ἀποστολικό: «Ἡγοῦμαι τά πάντα σκύβαλα εἶναι ἵνα Χριστόν κερδίσω». Θεωρῶ τά πάντα ὅτι εἶναι σκύβαλα, σκουπίδια προκειμένου νά κερδίσω καί νά μή χάσω τόν Χριστό. Γι αὐτό καί τήν ζωή του ὁλόκληρη καί τό αἷμα του ἔδωσε γιά τήν ἀγάπη Ἐκείνου. Ὑπῆρχε γιά τόν ἅγιο Δημήτριο ἕνας ἀλλιώτικος ἔρωτας πού τόν πλημμύριζε ἀπό εὐτυχία, ἀπό χαρά. Ἕνας ἔρωτας πού τόν ἔκανε δυνατό καί ἀήττητο. Ἦταν ὁ θείος ἔρωτας γιά τόν Χριστό. «Τίς ἡμᾶς χωρίσει ἀπό τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ;» ἔλεγε μέ θεῖο πόθο, σάν τόν ἀπόστολο Παῦλο: «θλίψις ἤ διωγμός ἤ μάχαιρα;» Τίποτε. Ἀπολύτως τίποτε. Ἦταν αὐτή ἡ μακαρία ἀγάπη, αὐτός ὁ μακάριος θεῖος ἔρωτας τοῦ ἁγίου Ἰγνατίου τοῦ Θεοφόρου πού τόν ἔκαιγε σάν φλόγα θεϊκή καί τόν ἔκανε νά διψάει γιά τό μαρτύριο. “ Ὁ ἐμός ἔρως ἐσταύρωται„ μποροῦσε νά λέει “ ἐσταύρωται καί ἐλογχεύθη„. Ας λογχευθῶ κι ἐγώ στά πλευρά μου γιά Κείνον. Γράφει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς στό ὑπέροχο ἐγκωμιαστικό λόγο πρός τόν ἅγιον μεγαλομάρτυρα: «Ὅταν ἦλθαν οἱ αἱμοχαρεῖς λογχοφόροι μ̓ ἐντολή τοῦ τυράννου, τούς δέχεται μέ ἀνοιχτές ἀγκάλες γιά νά δεχθῆ σ̓ αὐτές τό τελικό κτύπημα. Μᾶλλον τά κτυπήματα διαπερνοῦσαν τά πάντα, σπλάγχνα καί όστᾶ καί σάρκες, ὥστε καί οἱ δυό πλευρές, ἡ μιά ἀπ̓ ἔξω καί ἡ ἄλλη ἀπό μέσα, νά δεχθοῦν πληγές ἀπό τίς αἰχμές. Ἔτσι διπλασιάζει, μᾶλλον πολλαπλασιάζει τό πάθος τῆς πλευρᾶς τοῦ Σωτῆρος, ἀναπληρώνοντας κατά τόν Παύλο τά ὑστερήματα τοῦ Χριστοῦ. Τόσο ἐρωτεύεται τήν σφαγή καί τόσο ἀγαπᾶ τό χύσιμο τοῦ αἵματός του γιά τήν δόξα τοῦ Χριστοῦ, πολλές φορές καί συνέχεια ἄν ἦταν δυνατό, ὥστε ἀπό Ἐκείνον, πού γνωρίζει τήν ὑπερβολή τοῦ ἔρωτος του, νά λάβη στό σῶμα του πηγή μύρων. Ἔτσι, ὅταν λείψη τό αἷμα, αὐτή ἡ πηγή σ̓ ὅλο τόν μελλοντικό χρόνο, νά χύνη μύρο ἀπό τό σῶμα γιά τήν δόξα τοῦ Χριστοῦ. Ἐκείνου, πού ὁ Δημήτριος μέ τήν ζωή καί μέ τόν θάνατο καί μετά τόν θάνατο, ὄχι μόνο δόξασε, ἀλλά καί δοξάζει πάντοτε. Ἀπό τόν Ὁποῖο καί στή γῆ καί στόν οὐρανό ἀντιδοξάσθηκε καί δοξάζεται καί θά δοξασθῆ θεϊκά. »
Μοῦ ἔρχεται τώρα νά πῶ γι ̓ αὐτόν, ὅ, τι λέγει ὁ θεῖος Παῦλος γιά τόν Χριστό. Γιατί συγκροτεῖ τήν ἀγάπη σ̓ ἐμᾶς ὁ μέγας Δημήτριος, ἀφοῦ, ὅταν ἀκόμη εἴμαστε ἀσεβεῖς, αὐτός πέθανε στόν κατάλληλο καιρό γιά ἀσεβεῖς, κατά Χάρι βέβαια καί μίμησι τοῦ Δεσπότου. Καί ὅλη ἡ πόλις συμφιλιωθήκαμε μέ τόν Θεό μέ τόν θάνατό του. Γιατί ποῦ εἶναι ἐκεῖνο τό πλήρωμα τῆς ἀσεβείας, ὅπου δέν εἶναι ἀπίθανο νά βρίσκονται καί πολλοί ἀπό τούς προγόνους μας; Ποῦ εἶναι οἱ γι ̓ αὐτόν ἀγαπητές κατακόμβες; Ποῦ εἶναι ἐκεῖνοι, πού ξεπέρασαν τήν ἀγριότητα τῶν θηρίων μέ τήν μανία τους γιά τούς εὐσεβεῖς; Ὅλα τά δεινά ἔχουν λυθῆ, ὅλα τά χρηστά ἔχουν πραγματοποιηθῆ, ἀφοῦ ὑπερασπίσθηκε ὁ Δημήτριος τήν εὐσέβεια. Ναοί μεγαλοπρεπεῖς καί περικαλεῖς, πού μέ μόνη τήν θέα τους ἑλκύουν τήν προσοχή ὅλων, εἶναι ἀνεγερμένοι στόν τόπο τῶν κατακομβῶν. Ὅλοι μας παρουσιάζομε τήν εὐσέβεια, καυχώμενοι γιά τό μαρτύριο τοῦ μεγάλου Δημητρίου, γιατί ἔχυσε τήν ἀγάπη του ὄχι μόνο στίς καρδιές μας, ἀλλά καί στά σώματα μέ τά μύρα, πού βγάζει ἀπό τό σῶμα του, χάριν τῆς εὐρρωστίας μας. Αὐτῶν τῶν μύρων ἡ εὐωδία ἀπεμάκρυνε τήν ἀσέβεια ἀπό ὅλα τά μέρη τῆς πόλεως καί τήν ἀνέδειξε πόλι Θεοῦ ἤ καλύτερα παράδεισο, ἄν ὄχι κάτι παραπάνω. Ἀρδεύεται καί εὐφραίνεται ἀπό ποταμό μύρων, ὄχι ὑδάτων. Μάλιστα μύρων, στά ὁποῖα καί ἀπό τά ὁποῖα ὑπάρχει μέ τό Πνεῦμα ἡ χάρις τῶν ἰαμάτων, τά ἐνεργήματα τῶν δυνάμεων. Ὥστε νά μποροῦμε νά ποῦμε στόν μέγα Δημήτριο ὅ,τι ἔχει γραφῆ στό Ἆσμα Ἀσμάτων γιά τήν ψυχή, πού νυμφεύθηκε σέ ἀφθαρσία μέ τόν Θεό, «πῶς ἡ ὀσμή τῶν ἱματίων σου ξεπερνᾶ ὅλα τά ἀρώματα»! »
Σάν ἱμάτιο τῆς μαρτυρικῆς ψυχῆς πρέπει νά ἐννοήσης τό σῶμα, πού «οἱ σταγόνες», σύμφωνα μέ τό Ἆσμα εἶναι σάν φιάλες μύρων καί τά δάκτυλα «σάν κρίνα πού στάζουν». Πολύ περισσότερο ἡ πλευρά, πού σάν τρυπήθηκε μέ τίς λόγχες, δέν κρατεῖ πλέον τά μύρα, οὔτε ἀφήνει σταλαγμούς εὐώδεις σάν τά κρίνα, ἀλλά ἀναδίδει ἀέναη πηγή καί ἀστείρευτη. Ὥστε νά μή μποροῦμε νά ποῦμε κατά τό ψαλμικό, ὅτι ἡ κρήνη τοῦ Θεοῦ, πού εἶναι τό μαρτυρικό σῶμα, εἶναι γεμάτο μύρα καί θαύματα καί ἰάματα. Καί τό θαυμαστότερο εἶναι ὅτι, ἄν καί τρέχει σάν βρύση, μένει γεμάτη. Ὅπως φαίνεται, ἡ μαρτυρική καί θεία ψυχή ἀναβαίνοντας ἀπό τό σῶμα στόν Θεό, εἶπε τούς λόγους, πού λέγει καί ἡ νύμφη τοῦ Θεοῦ σ̓ ἐκεῖνα τά Ἄσματα. Ποιούς δηλαδή; «Σήκω βορρᾶ, καί ἐλθέ νότε, καί φύσηξε στόν κῆπο μου καί ἄς ρεύσουν τά ἀρώματα μου».
Ἔτσι τόν χειμῶνα τῆς ἀσεβείας, πού ἀπό τήν πνοή τοῦ νοητοῦ βορρᾶ κατέτρυχε τότε τήν πόλι, τόν ἔδιωξε καί τόν διέλυσε. Ἐπανέφερε σ̓ ἐμᾶς τήν νοητή ζεστασιά τῆς εὐσεβείας, πού δίνει ἡ εὔπνοια ἐκείνου τοῦ νότου, πού εἰσβάλλει σάν τήν πρύμνα τῶν ἀποφασισμένων νά πλέουν στήν ἀνατολή τοῦ ἡλίου τῆς δικαιοσύνης. Στόν κῆπο τῶν ἀρετῶν καί τῶν χαρίτων, πού εἶναι τό μαρτυρικό σῶμα, ἔδωσε νά πηγάζουν μύρα καί ἰάματα, κάνοντας τόσες βρύσες ὅσα τρυπήματα ἔγιναν στό σῶμα ἀπό τοῦς λογχιστές. Γιατί τά στόματα τῶν λύκων, πού ἀνάμεσά τους κατά τό εὐαγγέλιο ἔστειλε ὁ Κύριος τόν μαθητή του Δημήτριο, μέ τά δαγκώματα ἄνοιξαν πηγές, πού στό ποίμνιο τοῦ Χριστοῦ προκαλοῦν μεγάλη εὐχαρίστησι καί πολλές εὐεργεσίες. Ἐνῶ πολλούς ἀπό τούς λύκους καί σιγά-σιγά ὅλους, μετασχηματίζουν σέ ἀρνιά. Κι ἔτσι οἱ πύλες τοῦ ἅδου (πού εἶναι τά στόματα τῶν τυρράνων, πού ἐκφέρουν τίς θανατηφόρες ἀποφάσεις), ὄχι μόνο δέν κατανικοῦν τήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, ἄν καί προσφέρεται σέ δαγκώματα, ἀλλά πλήν τῆς οὐράνιας καί ἀΐδιας δόξας, προξενοῦν στούς πάσχοντες καί τήν ἐπίγεια δόξα. »
Ὁ μάρτυρας εἶναι πλησίον μας. Ὁ μέγας μάρτυς Δημήτριος. Γιατί τόν δρόμο τελείωσε, τήρησε τήν πίστι καί παρέμεινε στήν εὐσέβεια μέχρις αἵματος.
Στόν Δημήτριο γιά τήν ξεχωριστή του παρθενία, καί τό μέγεθος τῆς ἀγάπης, τήν διδασκαλία καί τό κήρυγμα, δόθηκε νά ἀξιωθῆ μεταστάσεως ἀφοῦ βρῆκε μαρτυρικό θάνατο ἀπό τίς λόγχες, κατά τόν τύπο τοῦ πάθους τοῦ Χριστοῦ καί τό νά ζῆ ἄν καί νεκρός. Μέ τά μύρα, πού κυλοῦν ἀπ̓ τόν τάφο του φανερώνει τήν αἰώνια ζωή.
Συμβαίνουν συγχρόνως σ̓ αὐτόν καί τά δύο. Τό νά εἶναι νεκρός καί νά ζῆ. Τό πρῶτο, γιά νά δείξει τήν μεγάλη του ἀγάπη καί νά τιμήση τόν Δεσπότη μέ ἴσα παθήματα. Τό δεύτερο γιά νά φανῆ κληρονόμος τῶν δωρεῶν, πού συνεπάγεται ἡ ἀφθαρσία τοῦ Χριστοῦ. Καί ἡ μυροβλυσία φανερώνει τήν εὐρύτητα τῆς ἀγάπης του, ὅπως εἴπαμε, στόν Χριστό καί σ̓ ἐμᾶς. Κι ἄν «εἶναι πλήρης ὁ οὐρανός καί ἡ γῆ ἀπό τήν δόξα τοῦ Θεοῦ», ὅπως ἔχει γραφεῖ, τότε εἶναι γεμάτη κι ἀπ̓ αὐτόν, πού ἀγαπάει τόν Θεό. Εἶναι δεῖγμα τῆς εὐσπλαχνίας καί συμπόνιας τῆς ἀγαθώτατης ψυχῆς του αὐτό τό χάρισμα. Κι ἄν ἡ γῆ εἶναι πλήρης ἀπό τό ἔλεος τοῦ Κυρίου, εἶναι πλήρης καί ἀπό τόν Δημήτριο, γιατί μιμήθηκε στήν εὐσπλαχνία τόν Κύριο. Εἶναι ἐπιπλέον λαμπρή ἀπόδειξις τῆς μελλοντικῆς ἀθανασίας καί ἀφθαρσίας, πού σάν δωρεά μᾶς δόθηκε. Εἶναι αὐτό πού μαρτυροῦν ὅσοι ἔζησαν κατά Χριστόν καί γι ̓ Αὐτόν ἀπέθαναν, ἔχοντας διασώσει τά σώματά τους καί μετά θάνατον ἀπό τήν φθορά ἀνέγγιχτα καί μετέχοντας μ̓ αὐτά στήν μεταδοτική εὐωδία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Κυρίως αὐτός, πού ξέχυνε χωρίς νά στερεύη ἀπό τά λείψανά του, πλουσίους τούς κρουνούς τῶν μύρων καί φαινόταν παράξενα, πηγή μεγαλύτερη ἀπό ἐκείνη, πού ἔρρεε στήν Ἐδέμ καί γέμιζε ὅλη τήν οἰκουμένη. Ἀλλά καί τῆς ταπεινώσεως γνώρισμα εἶναι ἡ μυροβλυσία.»
-Ἅγιε Μυροβλύτα, Δημήτριε στεῖλε μιά αὔρα, ἕνα μαϊστράλι, ἕνα εὐώδη ἄνεμο τῶν μύρων σου καί σκόρπισε ἀπό τήν τρισαγαπημένη πόλη σου Θεσσαλονίκη τήν κοπριά, τήν μπόχα, τήν βρωμιά, πού ἔφεραν στ̓ ἁγιασμένα χώματα της, ἡ “ὕβρις„ , ἡ ἀναίδεια, καί ἡ ὑπερηφάνεια τῆς ὁμοφυλοφυλίας, τῆς ἀνωμαλίας, τῆς ἐξωφρενικῆς διαστροφῆς.
-Ὅλα τά ἀπόβλητα τῆς ἄθεης καί σοδομικῆς Εὐρώπης ἦλθαν οἱ δαίμονες καί τά ξέρασαν στήν ὄμορφη, τήν πανώρια, ἑλληνορθόδοξη Πατρίδα μας. Τά πάντα, ἅγιε τοῦ Θεοῦ, θέλουν οἱ ἄθεοι νά τά μολύνουν. Νά μεταβάλλουν τήν ἑλληνορθόδοξη Βουλή σέ δαιμονοκρατούμενη Βουλή, τήν ἑλληνορθόδοξη οἰκογένεια σέ δαιμονοκρατούμενη οἰκογένεια, τήν ἑλληνορθόδοξη κοινωνία σέ δαιμονοκρατούμενη κοινωνία, τό ἑλληνορθόδοξο σχολειό σέ δαιμονοκρατούμενο σχολειό. Σύ, πού εἶσαι τό διαχρονικό πρότυπο τῆς Νεότητος, μή τό ἐπιτρέψης. Σύντριψε τά σχέδια τοῦ διαβόλου καί τῶν σκοτεινῶν δυνάμεων. Χτυπάνε τήν Ὀρθοδοξία. Ἐξευτελίζουν τό ἀνθρώπινο πρόσωπο. Καταδυναστεύουν τήν ἀνθρώπινη ἐλευθερία. Σκοπεύουν στήν ἀπάνθρωπη παγκοσμιοποίηση καί πολτοποίηση. Ἐτοιμάζουν τήν οἰκουμενιστική χοάνη καί οἰκουμενιστικό καζάνι τῆς πανθρησκείας. Κίνησε, ἅγιε Δημήτριε μέ τήν χάρη σου τά ναρκωμένα ἑλληνορθόδοξα ἀντανακλαστικά τοῦ φιλοχρίστου λαοῦ. Φώτισε τούς ἐκκλησιαστικούς μας ἡγέτας. Δῶσε μετάνοια στους ἄρχοντας μας, πού ἄγονται καί φέρονται ἀπό μετανεωτερικές, μηδενιστικές ἰδεολογίες, ἀλλότριες τῆς ἑλληνορθόδοξης ταυτότητας. Θύμησέ τους ὅτι “χωρίς Θεό ὅλα ἐπιτρέπονται„ καθώς λέει ὁ Ντοστογιέφσκυ. Ἡ Ἱστορία ἀπέδειξε περίτρανα ὅτι οὔτε ἡ Κεφαλοκρατία, οὔτε ὁ Σοσιαλισμός θά σώσουν τόν κόσμο. Μόνο ὁ Χριστός καί τό Εὐαγγέλιο εἶναι ἡ σωτηρία τοῦ κόσμου.
Γράφει ὁ ἅγιος Συμεών ὁ Μεταφραστής στό γλυκύτατο ἐγκώμιο τοῦ μυροβλήτου ἁγίου μας: Τότε ἔδειξε τό νεανικό καί γενναῖο φρόνημα τῆς ψυχῆς του. Δέν ὑποτάχθηκε στίς ἡδονές, ἐνδίνοντας στίς ὁρμές τῆς νεότητος, ἀλλά παρέβλεψε ὅ, τι σαρκικό, σάν νά μήν ἦταν ντυμένος χιτῶνα σάρκινο. Νοῦς ὁλόκληρος φάνηκε, ἀφοσιωμένος μόνο στό Θεό. »
Γι ̓ αὐτό καί ἀποκτᾶ συγκρατημένο φρόνημα, ἐπειδή ἀπό τήν ἀρχή περιφρόνησε τίς ἐπιθυμίες καί τήν μάταιη δόξα. Ἔτσι, δέν κυριεύθηκε ἀπό πόθο γιά τήν δόξα, πού χάνεται μέ τίς φαντασίες, ὅπως παθαίνουν ὅσοι εἶναι προικισμένοι μέ πολλά προτερήματα. Εἶναι ἡ ἔσχατη προσπάθεια τοῦ πονηροῦ νά δελεάση ὅσους άγωνίζονται ἐναντίον του καί μάλιστα ἐκείνους, πού εἶναι τόσο νέοι καί πλούσιοι καί μέ ἀξιώματα σπουδαῖα. Ὁ Δημήτριος γιά τήν λαμπρή του καταγωγή, τόν ἄφθονο πλοῦτο του, τήν σοφία πού τόν κοσμοῦσε καί τόν ξεχώριζε ἀπό τούς πολλούς, ἔφθασε στήν ἐξουσία καί ὁρίσθηκε ἕνας ἀπό τούς διοικητές τῆς Ἑλλάδος καί ἀνέλαβε τό ὑπατικό ἀξίωμα. Ἀντιμετωπίζει ὅμως μέ περιφρόνησι ὅλα τά γήϊνα σάν νά εἶναι ὄνειρο καί περιφρονεῖ κάθε τι πού ἔχει σχέσι μέ τήν κούφια αὐτή δόξα. Θεωρεῖ τά παρόντα, ὅπως ὁ Παῦλος, σκύβαλα. Καί ὅπως ὁ Δαβίδ “σκιάν” καί ὁλόκληρος παραδίδεται μόνο στόν ἕναν Χριστό. Ἐπιθυμεῖ τά τοῦ Χριστοῦ καί καταφέρνει μέ τήν μεγάλη του ἀγάπη γι ̓ Αὐτόν καί τίς πράξεις του νά γίνη σύμμορφος τῶν παθημάτων τοῦ Χριστοῦ καί μέτοχος τῆς δόξης καί τῆς λαμπρότητος τοῦ Χριστοῦ. Ναός τῆς Ἁγίας Τριάδος εἶναι στόν οὐρανό ὁ Δημήτριος, ἔχοντας ἔνοικο μέσα του τό φῶς τό τρισήλιο, τήν ἔλλαμψη τοῦ Πατρός, ὁμοιάζοντας στήν ὄψι μέ τόν Υἱό καί ἔχοντας κάτι ἀπό τό κάλλος Του καί στολισμένος μέ τίς μαρμαρυγές τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Ὡραῖος ὅλος, πλήρης φωτός, σάν νά ἀνήκη στό τάγμα τῶν ἀγγέλων, σύσκηνος τῶν ἀποστόλων, ἰσάριθμος τῶν Εὐαγγελιστῶν, ὁ ἐκλεκτότατος μάρτυς, ἡ λαμπρότης τῶν παρθένων, ἴσος στήν τάξι μέ τούς ἀσκητάς, ὁ ὡραιότερος ὅλων τῶν ἁγίων. Λάμπει γι ̓ αὐτό στήν γῆ, συμπαραστέκεται στούς διδασκάλους, δάσκαλος ὁ ἴδιος. Φρουρός καί ἀρωγή τῶν ἀρχιερέων σάν συνεργάτης τους. Στους μοναχούς συμπαραστάτης, Ἀσκητής αὐτός, φύλακας ὅσων τηροῦν παρθενία. Ἁγνός ὁ ἴδιος, ὑπέρμαχος τῶν πιστῶν σάν στρατιώτης τοῦ Χριστοῦ. Δωρίζει ἀνδρεία στό στράτευμα, αὐτός πού εἶναι ἐπικεφαλῆς τῆς στρατιᾶς τῶν μαρτύρων. Στήριγμα τῶν ἀρχόντων αὐτός πού περιφρόνησε τά ἐπίγεια. Μέσο θεραπείας ὅλων τῶν πιστῶν, αὐτός, πού πολλούς ὁδήγησε στήν πίστι τοῦ Χριστοῦ.
Ἀπευθυνόμενος στά ὀρθόδοξα Χριστιανικά νειᾶτα τῆς Θες/νίκης μας μέ ἐλπίδα στόν δυναμισμό τους ὑπενθιμίζω αὐτό πού λέει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, πώς: “Ἀρκεῖ ἕνας ἄνθρωπος πυρουμένος μέ ζήλο Θεοῦ νά ἀλλάξει ὁλόκληρη τήν πόλη„. Αὐτό ἔκανε ὁ ἅγιος Δημήτριος μέ τήν φλόγα τῆς ἀγάπης του στόν Χριστό. Αὐτό μπορεί νά κάνη καί ὁ καθένας ἀπό σᾶς. Νειᾶτα τῆς Θεσ/νίκης, Νειᾶτα τῆς Ἑλλάδος, Παιδιά τῆς Ἑλλάδος Παιδιά, ἔχετε πρότυπα, ἔχετε ἀληθινά, ἅγια, ἡρωϊκά πρότυπα. Μή ψάχνετε στίς χαβοῦζες τῆς ξένης κουλτούρας, στά σκιάχτρα καί στά τέρατα τῆς Δυτικῆς παραφροσύνης, τῆς Εὐρωπαϊκῆς καί Ἀμερικανικῆς διαστροφῆς. Ἰδού τό πρότυπο σας: Οἱ ἅγιοι καί οἱ ἥρωες. Ὁ ἅγιος, ὁ ὡραιότερος, ὁ ἡρωϊκότερος Δημήτριος ὁ Μυροβλήτης. Πρότυπο πίστεως, ἀκατάβλητης πίστεως πρός τόν Χριστό. Ὁ ἄπιστος ζεῖ δίχως φῶς, περπατάει μέσα στά σκοτάδια, στήν ἀσέληνη νύχτα τῆς δυστυχίας του. Ὁ ἅγιος Δημήτριος ὅσο πίστευε στόν Θεάνθρωπο Υἱό καί Λόγο τοῦ Θεοῦ, τόν Σταυρωμένο καί Ἀναστημένο τόσο τόν ἀγαπούσε. Κι ὅσο τόν ἀγαποῦσε τόσο τόν φώτιζε τό φῶς τῆς γνώσεως καί τῆς πίστεως. Γι ̓ αὐτό εἶναι καί πρότυπο ἀγάπης. Ἀγάπη ἡ ὁποία δίνει χαρούμενα καί τή ζωή καί τόν θάνατο γιά τόν Ἀγαπημένο Του. Ἀγάπης, ἡ ὁποία δίνει τό χάρισμα τῆς ἄπαυστης μνήμης καί παρουσίας τοῦ Χριστοῦ μέ τήν ἀκατάπαυστη προσευχή.
Πρότυπο ἁγιασμένου δασκάλου καί κατηχητοῦ. Εἶχε ἐφαρμόσει τό τοῦ ἁγίου Γρηγορίου: “Δεῖ πρῶτον καθαρθῆναι καί εἶτα καθάραι πρῶτον φωτισθῆναι καί εἶτα φωτίσαι„. Πρέπει πρῶτα νά καθαρισθῆ κανείς ἀπό τά πάθη του καί ἔπειτα νά καθαρίση τούς ἄλλους, πρῶτα νά φωτισθῆ ὁ ἴδιος καί ἔπειτα νά φωτίση τούς ἄλλους.
Πρότυπο ὁμολογητοῦ. Μέ θάρρος πρωτοφανές, μέ τόλμη, πού ἔδίνε ἡ πίστη καί ἡ ἀγάπη, ὡμολόγησε ὅτι εἶναι Χριστιανός. Ἐνώπιον βασιλέων καί τυράννων. Ἐνώπιον διωκτῶν καί δημίων. Πρότυπο γιά τή σημερινή νεότητα, πού πιστεύει στόν Χριστό. Σήμερα, κυβερνοῦν τόν Ἑλληνορθόδοξο λαό μας νεοειδωλολάτρες καί ἄθεοι κυβερνῆτες καί ἄρχοντες. Καί τώρα καλοῦνται τά νειᾶτα τοῦ Χριστοῦ, Τά νειᾶτα τῆς Θες/νίκης καί τῆς Ἑλλάδος νά πούμε τό νέο ἡρωϊκό ὄχι στό κατρακύλισμα τῆς ἀθεΐας. Νά ὁμολογήσουν Ἰησοῦν Χριστόν. Σήμερα πού ὁ Οἰκουμενισμός καί ἡ Πανθρησκεία δόλια ἐπεκτείνονται καλοῦνται τά νειᾶτα τοῦ Χριστοῦ νά διατρανώσουν τήν ὁμολογία τους στήν πίστη τήν ἁγία τῆς Ὀρθοδοξίας καί τῶν ἁγίων Πατέρων μας.
Πρότυπο φιλοπατρίας ὁ ἅγιος Δημήτριος. Πόσες φορές ἔσωσε τήν ἀγαπημένη του Θεσ/νίκη ἀπό κατακτητές, ἀπό σεισμούς, ἀπό λιμούς, ἀπό κινδύνους παντοδαπούς. Ὁ πατριωτισμός εἶναι μεγάλη ἀρετή. Μήν ἀκοῦτε, ἀγαπητά μας παιδιά, τά κακόβουλα συνθήματα περί ρατσισμοῦ. Ἀκοῦστε τόν Διονύσιο Σολωμό πού βροντοφωνάζει: «Κλεῖστε μέσα στή ψυχή σας τήν Ἑλλάδα καί θά νιώσετε κάθε εἴδους μεγαλεῖο».
Πρότυπο ἁγνότητος καί παρθενίας ὁ ἅγιος Δημήτριος. Σ̓ ἕνα σύγχρονο κόσμο πανσεξουαλικῆς φρενίτιδος καί ὅπου ἡ ἡδονή αὐτονομήθηκε ἀπό τό ἱερό μυστήριο τοῦ γάμου καί τῆς οἰκογένειας, ἡ ζωή καί ἡ νεανική ἁγνότητα τοῦ ἁγίου Δημητρίου μπορεῖ νά ἐμπνεύση τήν σύγχρονη ἑλληνορθόδοξη νεολαία. Σέ μιά παγκόσμια ζούγκλα, ὅπου οἱ διαστροφές γίνονται νόμοι τοῦ κράτους, ἄς κηρύξουμε παντοῦ τήν ἀγωγή τῆς ἁγνότητος, πού εἶναι ἀγωγή ὑγείας καί ζωής.
Πρότυπο χαρᾶς, ἀγάπης, ἐλπίδας, θυσίας ὁ ἅγιος μας. Πεντακάθαρος καθρέπτης στό Αἰώνιο Ἀρχέτυπο, πού λέγεται: Χριστός.
“Ἄν ἤξερα – γράφει ὁ Ντοστογιέφσκυ – ὅτι ὁ Χριστός εἶναι ἔξω ἀπό τήν Ἀλήθεια καί ἡ Ἀλήθεια ἔξω ἀπό τόν Χριστό, θά προτιμοῦσα τόν Χριστό, παρά τήν Ἀλήθεια„. Ἀλλά ἡ Ἀλήθεια εἶναι ὁ Χριστός. Ὅλα τ̓ ἄλλα ψεῦδος. Ὅλες οἱ θρησκεῖες καί ὅλοι οἱ θεοί ψεῦδος. Αὐτός. Μόνο Αὐτός εἶναι ἡ Ἀλήθεια, ἡ Ὁδός καί τό Φῶς.
Σ̓ αὐτόν τόν σύγχρονο χαλασμό τῆς ἀθεΐας σ̓ αὐτή τήν σύγχρονη καταιγίδα, σ̓ αὐτή τή μπόρα, σ̓ αὐτό τόν σεισμό πού πάει νά ἰσοπεδώσει ὅ,τι ἀπέμεινε ἀπό τήν ἁγία Ἑλληνορθόδοξη Παράδοση καί τήν ἁγιασμένη Πατρίδα, εἶναι ἐπίκαιρα τά μεγάλα πνεύματα κι ὅσα εἶπαν καί ὅσα ἔπραξαν γιά νά μή βουλιάξη αὐτός ὁ δοξασμένος βράχος τῆς Μεσογείου, πού λέγεται Ἑλλάδα:
Ἐπίκαιρος ὁ Ὀδ. Ἑλύτης, πού λέει:
“Μνήμη τοῦ λαοῦ μου σέ λένε Πίνδο καί σέ λένε Ἄθω„.
“Τήν ὀργή τῶν νεκρῶν νά φοβᾶσθε„.
Ἐπίκαιρος ὁ Μακρυγιάννης πού λέει:
“Ὅποιος μοῦ πειράξει τήν θρησκεία μου καί τήν πατρίδα μου δέν θέλω οὔτε νά τόν βλέπω„.
Ἐπίκαιρος ὁ Καποδίστριαςπού λέει:
“Ὁ φιλήκοος τῶν ξένων εἶναι προδότης„.
Ἐπίκαιρος ὁ Γ. Σεφέρης πού λέει:
“Ὅποιος σβήνει ἕνα κομμάτι ἀπό τό ἱστορικό παρελθόν τοῦ Ἔθνους σβύνει ταυτόχρονα κι ἕνα κομμάτι ἀπό τό παρόν καί τό μέλλον του„.
Παιδιά τῆς Ἑλλάδος παιδιά διαβάστε Ἱστορία.
Ἐπίκαιρος ὁ Δ. Σολωμός, πού λέει:
“Δυστυχισμένε μου λαέ, καλέ κι ἀγαπημένε πάντοτε εὐκολόπιστε καί πάντα προδομένε„.
Ἐπίκαιρος ὁ Ν. Γκάτσιος, πού λέει:
“Ἔλα τῆς θάλασσας θεριό καί τοῦ πελάου μπόρα τό φοβερό σκουπιδαριό νά διώξεις ἀπ̓ τή χώρα. Πότε θ̓ ἀνθίσουν τοῦτοι οἱ τόποι; Πότε θά ̓ρθοῦν καινούργιοι ἀνθρῶποι; νά συνοδεύσουμε τή βλακεία στή τελευταία της κατοικία;„
Ἐπίκαιρος ὁ Κ. Παλαμᾶς μέ τό ὠραῖο ποίημα “Οἱ Χριστιανοί„ , πού λέει:
“Ἔρμη σκλάβα, πικρή Ρωμιοσύνη,
τή βλαστήμια τ̓ ἀντίθεου τήν εἶδα κατά σέ πειρασμός
νά τή χύνῃ σάν τή λέπρα καί σάν τήν ἀκρίδα!
Ποιός βαστιέται μ̓ ἀδάκρυτα μάτια νά σέ ἰδῇ;
τί ἁμαρτίες πληρώνεις;
Στά χρυσά ρηγικά σου παλάτια γνέθει
ἡ ἀράχνη καί μοίρεται ὁ γκιώνης.
Καί στά χέρια τ̓ Ἀντιχρίστου κοίτα τοῦ χαμοῦ τή σαΐτα!
Ἔρμη, σκλάβα, πικρή Ρωμιοσύνη,
σέ τρυπάει στήν καρδιά καί σέ σβήνει.
Καρδιά, γνώμη, νοῦς, τοῦτα καί τ̓ ἄλλα,
τό χρυσό μυρογυάλι ραγίστη, κι ὅλα πάνε
σοῦ μένει μιά στάλα, τοῦ Χριστοῦ καί τῆς μάννας σου ἡ πίστη!
Μήν ἀφήσῃς τόν ἄθεο νά πάρῃ τό στερνό θησαυρό σου!
Μέ τοῦ Ὑψίστου τή χάρη στά παρμένα σου πόδια στυλώσου,
ψάξε μέσ̓ στήν καρδιά σου τήν ἄδεια γιά μιά σπίθα,
τό βόγγο σου πάψε,
ὅσα γύρω σου βρῇς ξεροκλάδια ἄναψε τα,
φωτιά βάλε, κάψε! Κ
άψε τό ἔργο τοῦ ἄθεου πού τὄχει
Σατανᾶς φυσημένο προτοῦ πέσῃ
στό πλάνο του βρόχι κι ὅ,τι μένει σου ἁγνό καί παρθένο.
Ἔρμη, σκλαβιά, πικρή Ρωμιοσύνη,
κατά σένα ἡ βλαστήμια τινάχτη,
τήν κατάρα σου νἄχῃ, ὦ πατρίδα!
Πρίν πληγή, πρίν ἀρρώστια νά γίνῃ σάν τή λέπρα
καί σάν τήν ἀκρίδα, φωτιά! κάψε την, κάμε τήν στάχτη.
Ἐπίκαιρος τέλος ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, πού λέει:
“Μαινέσθω ἡ θάλασσα. Πέτραν διαλύσαι οὐ δύναται. Ἐγειρέσθω τά κύματα. Τοῦ Ἰησοῦ τό πλοίον καταποντίσαι οὐκ ἰσχύει„.
Δηλαδή: Ἄς λυσσάει ἡ θάλασσα. Τόν βράχο δέν μπορεῖ νά τόν διαλύση. Ἄς σηκώνονται ψηλά τά κύματα. Τοῦ Ἰησοῦ τό πλοῖο δέν μπορεῖ νά τό καταποντίσει.
Πές τό πάλι καί πάλι ἅγιε Χρυσόστομε.
Πέστε το πάλι καί πάλι παιδιά, τῆς Ἐλλάδος παιδιά:
«Ἄς λυσσάει ἡ θάλασσα τῆς ἀθεΐας. Ἄς σηκώνονται τά κύματα τῶν νέων τυράννων, Κεφαλαιοκρατῶν – Καπιταλιστῶν – Σοσιαλιστῶν – Μαρξιστῶν – Σιωνιστῶν – Μηδενιστῶν – Μασώνων – Οἰκουμενιστῶν. Τοῦ Ἰησοῦ τό καράβι, πού τό λένε Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία δέν μποροῦν νά τό καταποντίσουν».
Τό Εὐαγγέλιο ἔγινε τό μεγαλύτερο καί τό ἱερώτερο μανιφέστο. Κήρυξε τήν μεγαλύτερη ἐπανάσταση τῶν αἰώνων. Εἰρηνική ἐπανάσταση. Τήν ἐπανάσταση πού ἄλλαξε τόν κόσμο. Πού ἄρχισε ἀπό τό σπήλαιο τῆς Βηθλεέμ ὡς τόν κενό τάφο τοῦ Χριστοῦ. Καί ὁ ἅγιος Δημήτριος ὁ μεγαλομάρτυς εἶναι ὁ ἐπαναστάτης τῆς εἰρήνης. Σύντριψε τό κατεστημένο τῆς εἰδωλολατρείας. Μαζί μέ ὅλους τούς ἄοπλους ψαράδες τῆς Γαλιλαίας. Μαζί μέ ὅλους τούς ἁγίους – ἐπαναστάτες. Γιά νά φέρουν μιά Ἐπανάσταση, πού ὁδηγεῖ στήν Ἀνάσταση.
Νειᾶτα τῆς Θεσ/νίκης,
Εἶναι ἄδικο νά δίνετε τά νειᾶτα σας στό βωμό τῶν ναρκωτικῶν καί τοῦ ἀλκοόλ.
Εἶναι ἄδικο νά ἀφιερώνετε τά νειᾶτα σας σε μιά ἰδεολογία, φιλοσοφία ἤ μόδα κούφια καί πρόσκαιρη.
Εἶναι ἄδικο νά θυσιάζετε τά νειᾶτα σας γιά ἕνα ἐφήμερο κόμμα καί ὄχι γιά τήν ἀγάπη στήν Πατρίδα.
Εἶναι ἄδικο νά σπαταλᾶτε τόν δυναμισμό σας καί τόν χρόνο σας μέσα σ̓ ἕνα θορυβῶδες γήπεδο καί νά μή τόν προσφέρετε στόν ἁγνό ἀθλητισμό.
Εἶναι ἄδικο νά καταρρακώνεσθε σάν τυφλοπόντικες στά μπάρ καί στά κακόφημα στέκια μ̓ ἕνα ὁλονύκτιο διασκορπισμό τῆς ψυχῆς σας καί τῆς ὑγείας σας καί νά γενᾶτε πρίν τήν ὥρα σας.
Εἶναι ἄδικο νά δένεσθε σ̓ ἕνα ἀτερμονο ἁλυσσόδεμα μέ τά δεσμά τοῦ Διαδικτύου.
Εἶναι ἄδικο νά σέρνεσθε στό ρεῦμα τοῦ κόσμου καί νά μή ὀρθώνετε τήν νεανική σας φωνή: ΟΧΙ – ΚΟΝΤΡΑ ΣΤΟ ΡΕΥΜΑ.
Εἶναι ἄδικο νά μή ἀγαπᾶτε τή δημιουργία καί τήν ἀποδοτική ἐργασία μέσα στή Φύση ἤ μέσα στήν Ἐπιστήμη.
Εἶναι ἄδικο νά φεύγετε ἀπό τήν γλυκειά μας Πατρίδα.
Ὅλοι ἐδῶ θά ἀγωνισθοῦμε καί θά ζήσουμε καί θά τραγουδήσουμε:
Ὄμορφη μου Ἑλλαδίτσα θ
έλω στή δική σου τή γωνίτσα
στή δική σου ἀγκαλιά
κί ἄς τρώω ψωμάκι καί ἐλιά.
Εἶναι ἄδικο νά μή κάνετε ὡραματισμούς γιά μιά εὐτυχισμένη οἱκογένεια “κατ̓ οἶκον ἐκκλησία„ γιά μιά κοινωνική προσφορά, γιά μιά καινούργια ἀντάξια τῆς Ἱστορίας της Ἑλληνική Πάτριδα.
Εἴθε ὅλα τά νειᾶτα τῆς Θεσ/νίκης νά προσεύχονται μέ τήν ἐπίκληση τοῦ Ἁγίου Νέστορος στή νικηφόρα πάλη μέ τόν νοητό Λυαῖο: «Θεέ τοῦ Δημητρίου βοήθει μοι».
Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ βόηθα τή Θεσ/νίκη μας, βόηθα τήν Μακεδονία μας, βόηθα τήν Ἑλλάδα μας.
«Τῷ δέ Θεῷ ἡμῶν δόξα, τιμή καί κράτος νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων ἀμήν».