Μοναχού Θεοκλήτου Διονυσιάτου (γράφηκε για το έτος 1992)
Ακούγοντας την αγωνιώδη φωνή και βλέποντας νοερώς ζωγραφισμένη την αδημονία στα πρόσωπα των αγορευτών στη Βουλή των Ελλήνων, θυμήθηκα, ύστερα από πενηνταπέντε χρόνια, τους στίχους των “Μοιραίων” του Βάρναλη. Ποιους ακριβώς στίχους δεν γράφω, γιατί όλοι σχεδόν απέδιδαν την ατμόσφαιρα, σε κάποιο μέτρο, του διανυκτερεύοντος Κοινοβουλίου: Και την περιγραφή των αδιεξόδων και την αναζήτηση των γενεσιουργών αιτίων και την υποβόσκουσαν ελπίδα για κάποιο “θάμα”, οικονομικό βεβαίως, αλλά κυρίως την ψυχολογική κατάσταση των εθνοπατέρων και των εθνομητέρων: “δειλοί, μοιραίοι και άβουλοι, αντάμα…”
Αλλά όσοι δεν έχουν χάσει την αυτοσυνειδησία της ελληνικής των ταυτότητος, ευρισκόμενοι σε μια παράλληλη ιστορική στιγμή με εκείνη που ο Τρικούπης, από του βήματος της τότε Βουλής είπε το : “Δυστυχώς επτωχεύσαμεν“, διερωτήθηκαν αν, όντως τα αδιέξοδα, που ανάγκασαν τις εξοντωτικώς αλληλοσπαρασσόμενες, ανομοιογενείς παρατάξεις, να ενωθούν σε μια κοινή αντιμετώπιση των, είναι μόνο οικονομικά.
Γιατί η προσοχή όλων των βουληφόρων ανδρών τε και γυναικών, είχε επικεντρωθεί στο οικονομικό πρόβλημα, ως εάν οι Έλληνες αποτελούν οικονομικές μονάδες, ένα τερατώδες είδος αυτονομημένων οικονομικών μηχανισμών. Και ότι μεν οι οικονομικοί παράγοντες επηρεάζουν σε ποικίλο βαθμό τους ανθρώπους και η ζωή τους επίσης επιδρά στην εθνική οικονομία, είναι κάτι που δεν επιδέχεται αντιρρήσεις. Αλλά να ταυτίζεται η εθνική κρίση με την αυτονομημένην οικονομίαν, αυτό αποτελεί έσχατον όνειδος για την ανθρώπινη αξιοπρέπειά μας.
Εάν οι συζητήσεις και οι ομιλίες στη Βουλή των Ελλήνων εγένοντο σε χώρους οικονομικών υπουργείων, βιομηχανικών επιμελητηρίων, τραπεζικών τραστ, τίποτε το παράλογον.
Αλλά να γίνεται αντικείμενον εθνικής ανάγκης, να ανάγεται σε επίπεδο κινδύνου εθνικού η οικονομική καχεξία νομοτελώς, χωρίς να συναρτάται με άλλα αίτια και χωρίς στις συζητήσεις – σαν στην “υπόγεια την ταβέρνα” – να αναφέρονται άλλες πλευρές, που δημιουργούν πραγματικούς εθνικούς κινδύνους , αυτός όχι μόνο δεν είναι υπέρ των αντιπροσώπων του έθνους, αλλά και δικαιολογεί πλήρως την ανεπαισθήτως αναδυθείσαν ανάμνηση των “Μοιραίων” του Βάρναλη με τους συνειρμικούς μηχανισμούς.
Γιατί επιτέλους, πρέπει να συνειδητοποιήσουμε ότι, όταν λέμε εθνική αντιπροσωπεία, εννοούμε τους βουλευτές που εκπροσωπούν το έθνος, που ενδιαφέρονται για το έθνος, που εκφράζουν το έθνος και είναι υπεύθυνοι για την ύπαρξη του έθνους μέσα στα πλαίσια της ιδιομορφίας του. Και τίθεται το ερώτημα: ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις της ιδιότητος των αυτής, παρουσιάζουν κάποια συνέπειαν, εκφράζουν την εθνική μας ιδιοτυπία, σαρκώνουν τα εθνικά ιδανικά μας και τις παραδόσεις μας;
Αλλά ποιο είναι το κέντρο των ιδανικών και των παραδόσεων του ελληνικού έθνους, της ρωμιοσύνης; Η Ορθοδοξία, από την οποία μαζί με τα υγιή ελληνικά ήθη, διαποτίζει ολόκληρο το Γένος και προσδιορίζει τον ελληνορθόδοξο τρόπο ζωής και το ήθος του λαού. Αυτό σημαίνει ότι οι Έλληνες δεν δικαιούνται να απομακρύνονται από το κέντρον αυτό, εν ονόματι τάχα των δημοκρατικών ελευθεριών. Γιατί οι Έλληνες, δεν είναι “κατ΄ευθείαν διάδοχοι των αρχαίων” αλλά συνέχεια των ελληνορθοδόξων που, στη γλώσσα του στρατηγού Μακρυγιάννη, ήσαν “ρωμαίγοι και ρωμαίγησες”.
Επομένως, όπως έλεγεν ο Παπαδιαμάντης, “γραικύλος της σήμερον, όστις θέλει να κάμει δημόσια τον άθεον ή τον κοσμοπολίτη, ομοιάζει με νάνον ανορθούμενον επ΄ άκρων ονύχων και τανυόμενον να φθάσει εις το ύψος και να φανή και αυτός γίγας. Το Ελληνικόν Έθνος έχει και θα έχει δια παντός ανάγκην της θρησκείας του”. Και ανακύπτει αβιάστως το ερώτημα: οι εκάστοτε “τριακόσιοι” είναι εναρμονισμένοι με το περιεχόμενον και τις παραδόσεις του έθνους; Και αν δεν είναι τι αν-τριπροσωπεύουν; Και γιατί μισθοδοτούνται;
Πράγματι το ερώτημα είναι σαφές και πιεστικόν: Οι βουληφόροι εκπρόσωποι του έθνους, αν δεν πραγματώνουν στον εαυτό τους τα ιδεώδη και τις ελληνορθόδοξες παραδόσεις και αγωνίζονται για τη διάσωση αυτών των παραδόσεων από τα φθοροποιά ανθελληνικά και αντορθόδοξα ρεύματα, τότε ποια η αποστολή τους και πως δικαιολογούνται οι τίτλοι, οι τιμές και οι παχυλές παροχές από τον κρατικόν κορβανάν; Αν οι βουλευτές δεν είναι οι ίδιοι ελληνορθόδοξοι στη θεωρία και στην πράξη, στην πίστη και στο ήθος, ποιο νόημα έχει η παρουσία τους στο Κοινοβούλιο, ως αντιπροσώπων του έθνους; Ποιου έθνους; Αυτού που δεν γνωρίζουν και δεν βιώνουν; Αν οι λεγόμενοι εθνοπατέρες και εθνομητέρες είναι άσχετοι με τις ηθικές και πνευματικές εθνικές παραδόσεις. σε όλες τις πλευρές και τις εκφάνσεις του ελληνορθόδοξου πολιτισμού, κατά ποια λογική εμφανίζονται ως εκπρόσωποι του έθνους; Αυτό δεν αποτελεί εξόφθαλμη απάτη;
Και ο μεν λαός με την αγελαία ψυχολογία του κοπαδιού, δεν είναι εκπληκτικό που παρασύρεται από οθνεία αντορθόδοξα και ανθελληνικά ρεύματα. Αντί όμως οι εκπρόσωποι του έθνους να τον επαναφέρουν στην παραδοσιακή τροχιά, γίνονται πολλοί από αυτούς παράδειγμα για κάθε παρανομία και ανηθικότητα, αφού το “υπήκοον φιλεί εξομοιούσθαι τοις άρχουσι”. Και απόδειξη, το τελευταίο τεστ των εκλογών: οι μισοί έλληνες και ελληνίδες απεδέχθησαν ως αρχηγό τους πολιτικό γέροντα κοσμημένο με πολλές “χάρες” και δηλώσαντα ότι είναι και άθεος! Τι άλλο σημαίνει αυτό ή ότι ο λαός μας έχει διαφθαρεί και δεν λειτουργούν τα αντανακλαστικά του;
Και αυτόν τον λαό, ποιος οφείλει να τον επαναφέρει στις παραδοσιακές αφετηρίες του, αν όχι οι συγκροτούντες το σώμα των αντιπροσώπων του λαού; Αποτελεί φρικτή πλάνη η ιδέα, ότι οι εθνοπατέρες δεν είναι υποχρεωμένοι να ενδιαφέρονται για τα θέματα των εθνικών παραδόσεων και του ελληνορθόδοξου ήθους, αφού ορκίζονται ¨εις το Όνομα της αγίας, ομοουσίου και αδιαιρέτου Τριάδος” ότι θα φυλάσσουν τους νόμους που, παρά την κακοποίηση τους τα τελευταία χρόνια, όμως διασώζουν κάπως τις εθνικές παραδόσεις μας, αφού τα άρθρα περί εθνικής Παιδείας, ομιλούν για ελληνοχριστιανικά πρότυπα.
Λοιπόν, η κρίση, κύριοι αντιπρόσωποι του έθνους, δεν είναι οικονομική, αλλά τάξεως θρησκευτικής, ηθικής και πνευματικής. Εάν με τον τρόπο ζωής πολλών από εσάς, δεν προκαλούσατε το δημόσιο αίσθημα και εάν φροντίζατε να ανυψώσετε θρησκευτικώς, ηθικώς και πνευματικώς τον λαόν, τα οικονομικά προβλήματα του δεν θα παρουσιάζοντο τόσο πιεστικά, όπως τα ζει τώρα. Αλλά και η εθνική μας οικονομία, δεν θα έπασχε από τόσες παρενέργειες που οφείλονται στον ηθικοπνευματικό ξεπεσμό του λαού μας. Υψώθητε, κύριοι βουληφόροι, υψώθητε εσείς πρώτα, που αποτελείτε τα αρχέτυπα του έθνους, υψώθητε θρησκευτικώς, ηθικώς και πνευματικώς στα επίπεδα των αγνών ελληνορθόδοξων παραδόσεων μας και μαζί σας θα ανυψωθούν, αν όχι όλοι, πάντως μεγάλες μάζες του λαού. Αλλιώς γιατί να αποκαλείσθε εθνική αντιπροσωπεία; Και με αυτή τη νοοτροπία και αυτό το ήθος, πως θα αναμετρηθούμε με την πλημμυρίδα του 1992; Δεν βλέπετε ότι διαλυόμεθα ως εθνική κοινότης; Ο Θεός σώζοι την Ελλάδα.
Υποσημείωση ιστοσελίδας:
Αυτά τα έγραφε τότε ο αείμνηστος λογιώτατος π. Θεόκλητος Διονυσιάτης. Τι θα έλεγε τώρα που η Βουλή των Ελλήνων κατάντησε ένα τέμενος πανσπερμίας, ανόμων νόμων υπέρ ομοφυλοφιλίας, loatki και πανευρωπαικής διαφθοράς;