«Μέσα στή θλίψη τῆς ἀπέραντης μετριότητας, πού μᾶς πνίγει ἀπό παντοῦ παρηγοριέμαι ὅτι κάπου σέ κάποιο καμαράκι, κάποιοι πεισματάρηδες ἀγωνίζονται νά ἐξουδετερώσουν τή φθορά» ( Ὀδυσσέας Ἐλύτης). Τέτοιοι πεισματάρηδες μέ ἱερό πεῖσμα εἶναι οἱ συμμαθητές μου τοῦ Ε’ Γυμνασίου Πειραιῶς πού γράφουν αὐτή τήν ἐφημερίδα τους, γράφουν ἱστορία…
Ἔκπληξη καί συγκίνηση καί χαρά οὐ τήν τυχοῦσαν μου προεξένησε ἡ ἐφημερίδα «ΤΟ ΗΡΩΪΚΟ ΠΕΜΠΤΟ». Συγχαρητήρια στούς ἐμπνευστές, συγχαρητήρια καί στόν ἐκδότη, συγχαρητήρια καί στούς συντάκτες. Εἶναι μία ἐφημερίδα μέ ποιότητα, μέ ἐπίπεδο Πνευματικό, λογοτεχνικό, ἱστορικό. Γραμμένη πρό πάντων μέ μεράκι, μέ καρδιά, μέ ἀγάπη γιά τήν παράδοση, γιά τό ὄμορφο καί δημιουργικό παρελθόν, πού εἶναι ἐγγύηση γιά τό παρόν καί τό μέλλον.
Ἐμεῖς εἴμαστε οἱ ἀπόφοιτοι τοῦ 1958. Εὐτυχήσαμε νά ἔχουμε Γυμνασιάρχη τόν ἀείμνηστο Κων/νον Ρηγόπουλον, τόν ἐπιλεγόμενον «τρελλόν». Ὅμως μέ εὐγνωμοσύνη τόν μνημονεύομε. Γιατί εἶχε τήν τρέλλα τῆς ἑλληνορθόδοξης παράδοσης. Μακάρι ὅλοι οἱ ἐκπαιδευτικοί νά εἶχαν αὐτή τήν τρέλλα, αὐτό τό πάθος γιά τήν παιδεία, πού εἶχε ὁ μωραΐτης Γυμνασιάρχης μας. Δέν ἦταν μόνο Γυμνασιάρχης. Ἦταν Δάσκαλος. Μέ τήν εὐρύτερη ἔννοια τοῦ λόγου. Εἶχε ἀγάπη καί πόνο γιά τούς μαθητές του. Πολλές φορές αὐτή ἡ ἀγάπη του ἐκδηλωνόταν μέ αὐστηρότητα καί ξύλο. Ὅσοι εἴχαμε δοκιμάσει τά «διπλά» χαστούκια του «ἐπ’ ἀμφοτέραις ταῖς παρειαῖς»(!), μέ εὐγνωμοσύνη τά ἐνθυμούμεθα. Γιατί ἀκολουθοῦσε τό ἁγιογραφικό «ὅς φείδεται τῆς ἑαυτοῦ ράβδου μισεῖ τόν ἑαυτοῦ υἱόν».
Πάντως αὐτός ὁ Γυμνασιάρχης μᾶς ἔμαθε γράμματα. Μᾶς ἔκανε ἀνθρώπους. Στά πρῶτα χρόνια ὁ καλός φιλόλογός μας κ. Στέφος καί κατόπιν ὁ Ρηγόπουλος μᾶς ἔμαθαν ἑλληνικά, γραμματική, συντακτικό. Ποιοί ἀλήθεια σημερινοί καθηγητές διδάσκουν τέτοια ἑλληνικά καί ποιοί σημερινοί μαθητές μαθαίνουν γραμματική καί συντακτικό; Ταλαίπωρη παιδεία, ταλαίπωρα παιδιά τῆς ἐποχῆς μας, ἀνάπηρη ἐκπαίδευση, ἡ ἀείποτε μεταρρυθμιζόμενη καί πάντοτε ἀπορρυθμιζόμενη, πού ξεχάσατε τά κλασσικά γράμματα καί τήν ὡραιότερη γλῶσσα τοῦ κόσμου, τά ἑλληνικά…
Τί νά πρωτοθυμηθοῦμε γιά τόν Γυμνασιάρχη μας. Τόν ἀγαπούσαμε κι ἄς ἦταν αὐστηρός. Ἡ παιδική καί ἡ ἐφηβική ψυχή ἔχει διαίσθηση τῆς ἀγάπης καί τοῦ ἐνδιαφέροντος. Ὅταν εἴχαμε κάποια ἐθνική ἑορτή ἔβγαινε στό μπαλκονάκι τῆς ἐσωτερικῆς αὐλῆς καί μᾶς μιλοῦσε. Πολλές φορές ἀπήγγελε κάποιο ὡραῖο ποίημα. Μεταρσιωνόταν. Ὕψωνε τό κεφάλι καί τά μάτια του ψηλά. Δάκρυζε. Βίωνε τήν ἀγάπη γιά τήν Ἑλλάδα καί γιά τήν Ὀρθοδοξία.
Μᾶς εἶχε συστήσει χορωδία γιά τήν πρωϊνή προσευχή. Μέ τήν δική του καθοδήγηση κατά τήν Σαρακοστή τῶν Χριστουγέννων ψάλλαμε τό ἐξαποστειλάριο «ἐπεσκέψατο ἡμᾶς ἐξ ὕψους ὁ Σωτήρ ἡμῶν…» καί κατά τήν Μεγάλη Σαρακοστή «Τόν νυμφῶνα σου βλέπω Σωτήρ μου κεκοσμημένον…». Τόν ἄλλον καιρό ψάλλαμε τό ὡραιότατο ᾆσμα «Σύ πού κόσμους κυβερνᾶς καί ζωή παντοῦ σκορπᾶς, ἄκου τούτη τή στιγμή τῶν παιδιῶν σου τή φωνή…»
Στήν ἀλησμόνητη ἐκείνη χορωδία τῆς πρωϊνῆς προσευχῆς συγκαταλέγονταν πολλοί φίλοι καί συμμαθητές μας. Ὁ Σωτήρης Γοργογέτας, ὁ νῦν Μητροπολίτης Κασσανδρείας Νικόδημος Κόκκορης, ὁ ἡγούμενος τῆς Ἱ. Μονῆς Μεταμορφώσεως Ναυπάκτου Σπυρίδων Λογοθέτης, ὁ προσφάτως ἀπελθῶν ἀριστοῦχος συμμαθητής μας ἀρχιμανδρίτης Δανιήλ Γούβαλης (περί τοῦ ὁποίου ἔστειλα στήν ἐφημερίδα τόν ἐπικήδειον λόγον) καί ἄλλοι πολλοί.
Ἐνθυμούμεθα ἀκόμη τίς ὡραῖες ἐκδρομές τοῦ Γυμνασίου μας, ἰδιαίτερα τήν ἐκδρομή στό φιλόξενο χωριό τοῦ Γυμνασιάρχη μας καί στήν Ὀλυμπία.
Ἐνθυμοῦμαι ἀκόμη μία ἄλλη χαρακτηριστική πτυχή τῆς ἐφηβικῆς, μαθητικῆς μας ζωῆς: τόν ἀθλητισμό στό ἀγαπημένο στάδιο τοῦ Κερατσινίου, τό Θεμιστόκλειο, ἀπό τό ὁποῖο δώσατε καί τήν ἐπωνυμία στόν σύλλογο. Εἶχα λάβει ἀπό τόν Πανάγαθο Κύριο τό χάρισμα νά ἀσχολοῦμαι μέ τόν στίβο καί ἤμουν ἀθλητής τῶν 100 μέτρων. Πόσος, πράγματι, ἦταν ὁ ἐνθουσιαμός τοῦ Γυμνασιάρχη μας καί πόση ἡ χαρά του ὅταν στούς ἀγῶνες ὅλων τῶν Γυμνασίων στό στάδιο τοῦ Καραϊσκάκη στόν Πειραιά τό Γυμνάσιό μας ἐκέρδισε δυό πρωτιές. Μία στόν δρόμο τῶν 100 μέτρων καί μία στήν σκυταλοδρομία, παίρνοντας τά δύο ἀργυρά κύπελλα. Μέ φώναξε πάνω στό μπαλκονάκι τῆς ἐσωτερικῆς αὐλῆς τοῦ Γυμνασίου καί δακρυσμένος μέ ἀσπάσθηκε. Εἶχε ὁ ἀείμνηστος λεπτή ψυχή καί ἄς φαινόταν ἐξωτερικά αὐστηρός καί ἄτεγκτος.
Εἶναι μία ὁμολογία ὅλων τῶν συμμαθητῶν μας, ὄχι μόνο ὑποκειμενική. Ἐκεῖνα τά χρόνια ἡ ἐφηβεία μας καί ἡ μαθητιῶσα νεολαία μας ζούσαμε τήν φυσιολογική χαρά τῆς ζωῆς. Δέν ἦταν «μεταλλαγμένη» ἡ ἐφηβεία μας κάτω ἀπό τήν ἐκκεντρική καί ἀνισόρροπη βιασύνη καί τόν βιασμό νά τά ζήσουμε ὅλα παράκαιρα. Τώρα, στήν ἐποχή μας, ἡ ἐφηβεία ὑφίσταται βιασμό καί μεταλλάσεται. Καί ἀπό τήν πολιτική καί τόν συνδικαλισμό καί τίς ἐκλογές καί ἀπό τό ἀνώριμο σέξ καί τίς πρόωρες προγαμιαῖες σχέσεις καί ἀπό τήν ὑπερφόρτωση καί ὑπερφόρτιση τῆς γνώσεως καί ἀπό τήν ἀφθονία τῶν ὑλικῶν ἀγαθῶν καί ἀπό τό ἄγχος καί ἀπό τήν κατάθλιψη καί ἀπό τήν μοναξιά καί τήν στέρηση τῆς ἀληθινῆς ἀγάπης καί ἀπό τήν ἀπομάκρυνση ἀπό τήν ἐργασία, ἀπό τόν ἀθλητισμό, ἀπό τήν ἄσκηση μέσα στήν φύση τοῦ Θεοῦ. Τελικά ἡ σύγχρονη ἐφηβεία παραμένει ἕνα δένδρο μέ μεταλλαγμένους, ἄνοστους καί ἀνέστιους καρπούς.